Τι όμως πρέπει να γνωρίζει μια γυναίκα για τη συγκεκριμένη πάθηση; Ετυμολογικά η λέξη ενδομητρίωση σημαίνει, εντός της μήτρας. Δικαιολογημένα λοιπόν, οι ασθενείς πιστεύουν ότι το πρόβλημά τους μπορεί να έχει σχέση με τη μήτρα, ή το εσωτερικό της. Στην πραγματικότητα η ενδομητρίωση είναι η παρουσία και η ανάπτυξη ενδομήτριου ιστού στον εξωτερικό χώρο της μήτρας. Άρα, σε όργανα που είναι εντός της πυέλου, αλλά εκτός της μήτρας. Κατά σειρά προτεραιότητας τέτοια όργανα είναι το πυελικό περιτόναιο, δηλαδή το κάλυμμα του εσωτερικού της κοιλιάς, οι ωοθήκες, οι σάλπιγγες και το παχύ και λεπτό έντερο.
Ο Γεώργιος Πιστοφίδης, Χειρουργός Γυναικολόγος, Μέλος Βασιλικού Κολλεγίου Μεγ. Βρετανίας και Διευθυντής Τμήματος Γυναικολογικής Λαπαροσκοπικής Χειρουργικής Θεραπευτικού Κέντρου «Λευκός Σταυρός» απαντά στις ερωτήσεις μας για την ενδομητρίωση, η οποία αποτελεί μια από τις πιο συχνές γυναικολογικές παθήσεις. Οι σημαντικότερες πληροφορίες σχετικά με την ενδομητρίωση, τη διάγνωσή της, τα αίτια της, τη θεραπεία της και την αντιμετωπισή της ακολουθούν μέσα από την απαντήσεις του πλέον ειδικού για την ενδομητρίωση.
Όταν μια γυναίκα πονά κατά την περίοδο έχει απαραιτήτως ενδομητρίωση;
Σε ορισμένες γυναίκες η ενδομητρίωση προκαλεί πόνο, συνήθως κατά τη διάρκεια της περιόδου. Τυπικά, αυτός ο πόνος αρχίζει με την έναρξη της αιμόρροιας και όχι πριν από την εμφάνιση της περιόδου. Σπανιότερα, οι γυναίκες μπορεί να πονάνε βαθιά κατά τη σεξουαλική επαφή ή ακόμα σπανιότερα κατά τη διάρκεια της αφόδευσης. Οι περισσότερες νέες γυναίκες που πονούν στην περίοδο δεν έχουν ενδομητρίωση. Ο πόνος ή δυσμηνόρροια, έχει ορμονικό αίτιο και θεωρείται φυσιολογικός. Αντιθέτως, στις περισσότερες περιπτώσεις όπου υπάρχει νόσος, η ενδομητρίωση είναι ανώδυνη.
Ποια η διάγνωση;
Οι ελαφριές μορφές δεν φαίνονται σε καμία μορφή εξέτασης όπως, γυναικολογικός έλεγχος, υπέρηχος ή μαγνητική τομογραφία, αλλά μόνον με λαπαροσκόπηση. Λαπαροσκόπηση όμως κάνουμε μόνον όταν υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις όπως εξαιρετικά έντονος πόνος στην περίοδο η πόνος με αδυναμία σύλληψης. Είναι ενδιαφέρον, πόσο συχνά οι ίδιες οι γυναίκες καταλαβαίνουν πότε είναι αναγκαίο να γίνει λαπαροσκόπηση. Συχνά, οι πραγματικά πάσχουσες το ζητάνε μόνες τους.
Με τον όρο λαπαροσκόπηση εννοούμε την εξέταση των εσωτερικών οργάνων της κοιλιάς με ένα λεπτό οπτικό όργανο που εισάγεται διαμέσου του ομφαλού, κάτω από γενική αναισθησία. Η διαγνωστική λαπαροσκόπηση είναι ανώδυνη, ασφαλής και διαρκεί λιγότερο από μισή ώρα στο σύνολό της.
Ο κολπικός υπέρηχος μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση ωοθηκικής ενδομητρίωσης αλλά μόνο όταν πρόκειται για κύστες, οι οποίες στο 99% των περιπτώσεων απεικονίζονται στο εσωτερικό των ωοθηκών. Συμπερασματικά είναι εντελώς λάθος να γίνει διάγνωση της ενδομητρίωσης βάσει κάποιων ενοχλήσεων, ή ελαφρών συμπτωμάτων. Στο άκουσμα και μόνο του όρου, η ασθενής οδηγείται σε ατελείωτες δεύτερες γνώμες, φόβους για στειρότητα και ανησυχία για την υγεία της ιδίας και της οικογενείας της.
Μπορεί να υπάρχει υπαιτιότητα της ασθενούς;
Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Η ενδομητρίωση έχει πολύπλοκη αίτιο-παθογένεια και κατά πάσα πιθανότητα έχει γενετικό χαρακτήρα, δηλαδή η ίδια η γυναίκα έχει προδιάθεση από μικρή ηλικία να την δημιουργήσει. Πολλές φορές τη συναντάμε σε αδελφές.Η ενδομητρίωση προκαλείται από εμφύτευση μικρών τμημάτων ενδομητρίου τα οποία παρασύρονται και μεταφέρονται, από το αίμα της περιόδου, μέσα από τις σάλπιγγες και πέφτουν μέσα στην πύελο, εκεί εμφυτεύονται στα γειτονικά όργανα. Το μυστήριο όμως είναι γιατί δεν το παθαίνουν όλες οι γυναίκες. Πιθανώς λοιπόν, να υπάρχουν και άλλοι λόγοι, όπως ιδιαιτερότητες και αδυναμίες στον ανοσολογικό μηχανισμό του οργανισμού, καθώς και γενετικοί παράγοντες όπως ανέφερα που δημιουργούν καλύτερες προϋποθέσεις εμφύτευσης σε ορισμένα άτομα σε αντίθεση με άλλα.
Ποια η συχνότητα που εμφανίζεται η νόσος;
Υπολογίζεται ότι περίπου το 10% του γυναικείου πληθυσμού έχει ενδομητρίωση σε κάποιο στάδιο. Από αυτό, το ένα τρίτον περίπου, δηλαδή 2-3% έχει ‘σοβαρής μορφής’ ενδομητρίωση. Από γυναίκες που προσπαθούν ανεπιτυχώς να συλλάβουν περίπου το 25-30% μπορεί να έχει ενδομητρίωση, άρα σίγουρα στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ευθύνεται μόνον αυτό για την αποτυχία κύησης. Πολλές φορές εμείς οι γιατροί κάνουμε διάγνωση βασιζόμενοι σε ασθενή και αόριστα συμπτώματα. Επίσης, οι περισσότερες γυναίκες με ελαφριά ενδομητρίωση, που είναι και η πιο συχνή μορφή, μένουν τελικά έγκυες φυσιολογικά.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι ότι η εμφάνιση και η σοβαρότητα της ενδομητρίωσης έχει γεωγραφική συχνότητα. Είναι μία υπόθεση που αφορά περισσότερο στην κεντρική και στη βόρειο Ευρώπη. Στη νότιο Ευρώπη συναντάμε λιγότερο τη νόσο και σίγουρα ακόμη σπανιότερα συναντάμε τις σοβαρές της μορφές. Είναι πολύ πιθανόν η μεσογειακή διατροφή να βοηθάει και σε αυτήν την περίπτωση.
Ποιες οι μορφές της ενδομητρίωσης;
Η πιο συνηθισμένη μορφή είναι αυτή που ονομάζουμε ‘ελαφριά ενδομητρίωση’. Αυτό το ανακαλύπτει κανείς τυχαία κατά τη διάρκεια λαπαροσκόπησης ακόμη και σε γυναίκες που έχουν παιδιά. Στη συγκεκριμένη μορφή, συναντάμε απλές κηλίδες ενδομητρίωσης στο κάλυμμα των οργάνων ή στο περιτόναιο.
Σε περιπτώσεις ‘μεσαίου βαθμού ενδομητρίωσης’, συναντάμε κύστες ενδομητρίωσης στις ωοθήκες και η διάγνωση γίνεται εύκολα με υπέρηχο. Πρόκειται για μικρές κύστεις κάτω των 3 εκατοστών, τις οποίες δεν πειράζουμε αλλά απλώς τις παρακολουθούμε κάθε 6 μήνες περίπου. Αν οι κύστες υπερβούν τα 4-5 εκατοστά αφαιρούνται πλέον μόνον λαπαροσκοπικά.
Οι ‘σοβαρές μορφές’ της νόσου αφορούν στο βάθος της πυέλου και εισχωρούν κάτω από το περιτόναιο καθώς και στο παχύ έντερο η σε άλλα γειτνιάζοντα όργανα. Σπανίως, εμφυτεύματα ενδομητρίωσης βρίσκουμε στο τοίχωμα της κοιλιάς μετά από καισαρικές τομές ή και σε όργανα όπως το διάφραγμα και ο πνεύμονας.
Είναι η ενδομητρίωση επικίνδυνη για την υγεία;
Αν είναι επικίνδυνη με την έννοια του καρκίνου, όχι. Άρα η ενδομητρίωση δεν είναι άμεσα επικίνδυνη για τη ζωή της γυναίκας. Στις σοβαρότερες μορφές της, μπορεί να προκαλέσει υπό-γονιμότητα επηρεάζοντας τα έσω- γεννητικά όργανα. Ο συνήθης τρόπος με τον οποίο η ενδομητρίωση επηρεάζει τη φυσιολογική σύλληψη, είναι η δημιουργία συμφύσεων. Με τον όρο αυτό εννοούμε την συγκόλληση γειτονικών οργάνων μεταξύ τους, που κάτω από φυσιολογικές συνθήκες είναι ελεύθερα. Για παράδειγμα, εάν οι σάλπιγγες είναι καθηλωμένες πάνω στο τοίχωμα της κοιλιάς και δεν μπορούν να κινούνται ελεύθερα, τότε δυσκολεύεται η σύλληψη του ωαρίου, από το κροσσωτό άκρο της σάλπιγγας.
Σαν συμπέρασμα λοιπόν, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι παρόλο που η ενδομητρίωση δεν βλάπτει σοβαρά την υγεία της γυναίκας, σε εκτεταμένες μορφές, μπορεί να προκαλέσει υπό- γονιμότητα και πυελικό πόνο.
Ποιοι οι τρόποι θεραπείας;
Όσον αφορά στη θεραπεία της ενδομητρίωσης σε σχέση με τη γονιμότητα, η μέθοδος που δίνει τα καλύτερα αποτελέσματα φαίνεται να είναι η λαπαροσκοπική εξαίρεση των κύστεων και αυτό διότι η λαπαροσκόπηση προσφέρει καλύτερη εικόνα, και μεγαλύτερη χειρουργική ακρίβεια. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να συνδυαστεί μετεγχειρητικά με μηνιαία χορήγηση GnRH αναλόγων δηλαδή φαρμάκων που προσωρινά διακόπτουν τον κύκλο.
Ποια η αντιμετώπιση σοβαρών μορφών ενδομητρίωσης;
Η μορφή αυτή πρέπει να χειρουργείται μόνον από ομάδες ειδικευμένων χειρουργών και όχι από απλούς γυναικολόγους. Όπως και στο εξωτερικό πρέπει να υπάρχουν κέντρα αναφοράς των σοβαρών περιπτώσεων όπου όλοι οι γυναικολόγοι να στέλνουν τις ασθενείς τους για πιο εξειδικευμένη αντιμετώπιση. Οι ασθενείς πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένες από πλευράς διατροφής αλλά και εξετάσεων που γίνονται στην κλινική πριν από την επέμβαση. Οι επεμβάσεις αυτές πολλές φορές αφορούν και στο παχύ έντερο, στην ουροδόχο κύστη ή στον ουρητήρα, κάτι που ξεφεύγει από τα όρια της τυπικής γυναικολογικής ειδικότητας.
Συνδέεται η υπογονιμότητα με την ενδομητρίωση;
Εάν κατόπιν λαπαροκοπικής διάγνωσης διαπιστωθεί ότι οι σάλπιγγες έχουν επηρεαστεί από τη νόσο και η ζημιά είναι μη θεραπεύσιμη ή τουλάχιστον βελτιώσιμη χειρουργικά, η επόμενη λύση είναι η εξωσωματική γονιμοποίηση. Εάν η ενδομητρίωση δεν έχει καταστρέψει την ωοθήκη σε βαθμό που να μην μπορεί να λειτουργήσει και να δώσει ωάρια, τότε οι πιθανότητες επιτυχίας με εξωσωματική γονιμοποίηση είναι εξαιρετικές. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να υποθέσουμε ότι η ενδομητρίωση δεν επηρεάζει τα αποτελέσματα της εξωσωματικής γονιμοποίησης.