Η ενδομητριωτική βλάβη ιστολογικά μοιάζει με ενδομήτριο, το οποίο μάλιστα κατά τη διάρκεια της περιόδου παράγει μικρές ποσότητες αίματος όπως και η μήτρα. Αυτή ακριβώς είναι η ανώμαλη συμπεριφορά της ενδομητρίωσης, που δημιουργεί όλες τις παθολογικές επιπτώσεις της νόσου. Για παράδειγμα, με αυτόν το μηχανισμό εστίες πάνω στην ωοθήκη με την πάροδο των μηνών δημιουργούν κύστεις, οι οποίες έχουν αιματηρό περιεχόμενο και λόγω χρώματος ονομάζονται σοκολατοειδείς. Άλλες βλάβες αφορούν στην επιφάνεια του περιτοναίου, όπου δημιουργούν κόκκινες ή καφέ εστίες ή οπισθοπεριτοναϊκούς όζους που προκαλούν πόνο.
Πώς δημιουργείται η ενδομητρίωση;
Η νόσος έχει ανακαλυφθεί περίπου στα τέλη του19 ου αιώνα και έκτοτε αποτελεί το επίκεντρο έρευνας δεκάδων γενιών μελετητών. Μετά από 100 χρόνια έρευνας και δημοσιεύσεων έχουμε καταλήξει να πιστεύουμε ότι στη βάση υπάρχει ένας προδιαθεσικός γενετικός παράγοντας στη γυναίκα, ο οποίος μετά την εφηβεία πυροδοτεί μια σειρά από ορμονικά, ανοσολογικά και βιοχημικά γεγονότα, που έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αυτών των βλαβών. Ίσως σε αυτά να προστίθενται και περιβαλλοντολογικοί λόγοι, που ενίοτε ενισχύουν τη γενετική προδιάθεση του ατόμου.
Πού εστιάζεται η νόσος;
Υπάρχουν τρείς βασικές περιοχές στο σώμα που φιλοξενούν αυτές τις βλάβες. Οι ωοθήκες, η περιτοναϊκή επιφάνεια και οι ιστοί που βρίσκονται στην πύελο αλλά κάτω από την επιφάνεια του περιτοναίου. Σπανίως ενδομητρίωση μπορεί να βρεθεί και σε όργανα μακριά από την πύελο όπως το έντερο, το διάφραγμα ή ακόμα και στον πνεύμονα.
Διαβάστε ακόμα: Ενδομητρίωση, βασικές και χρήσιμες πληροφορίες (β’ μέρος).