Τελευταίες έρευνες έχουν συσχετίσει την ψωρίαση με αυξημένο κίνδυνο για υπέρταση, παχυσαρκία και καρδιαγγειακές παθήσεις και μάλιστα όσο σοβαρότερη είναι η ψωριάση, τόσο πιο αυξημένος αυτός ο κίνδυνος.
Πρόκειται για μια πάθηση ανοσολογικής αιτιολογίας , όπου είναι διαταραγμένη η λειτουργία του Τ-λεμφοκυττάρου με αποτέλεσμα τα κύτταρα της ψωριασικής επι δερμίδας να πολλαπλασιάζονται πολύ ταχύτερα από το φυσιολογικό ρυθμό.Ο ακριβής μηχανισμός που πυροδοτεί το Τ- λεμφοκύτταρο είναι έως τώρα αδιευκρίνηστος. Η εκδήλωση της ασθένειας εξαρτάται πολύ από την κληρονομικότητα καθώς στο 1/3 των πασχόντων υπάρχει κληρονομικό ιστορικό θετικό για ψωρίαση. Η πιθανότερη υπόθεση είναι ότι για την εκδήλωση της πάθησης ευθύνονται πολλά γονίδια.Σε γενικές γραμμές εάν ο ένας γονιός έχει ψωρίαση,υπάρχει 25%πιθανότητα να την κληροδοτήσει στο παιδί του, ενώ εάν πάσχουν και οι δύο γονείς το ποσοστό ανέρχεται στο 60% .
Ποιες οι μορφές της;
Υπάρχουν ανάλογα με την κλινική εικόνα 4 κύριες μορφές ψωρίασης:η κατά πλάκας ,που είναι και η συχνότερη, η σταγονοειδής, η φλυκταινώδης και η ερυθροδερμική. H βαρύτητα της νόσου έμφανίζει μεγάλη ετερογένεια , με περιπτώσεις ασθενών με ελάχιστες βλάβες, έως βαρύτατες μορφές που απειλούν τη ζωή του ασθενούς.
Η πορεία της νόσου έχει εξάρσεις και υφέσεις ενώ διάφοροι εκλυτικοί παράγοντες όπως λοιμώξεις, φάρμακα, ταυματισμοί του δέρματος, περιβαλλοντικοί παράγοντες, στρες μπορεί να πυροδοτήσουν την εμφάνιση ή επιδείνωσή της.Η διατροφή δεν έχει αποδειχθεί ότι παίζει κάποιο ρόλο στην ψωρίαση.Στο 80% των ψωριασικών ασθενών, η πάθηση βελτιώνεται το καλοκαίρι με την επίδραση του ήλιου, πολλές φορές σε σημείο να «καθαρίζει» το δέρμα εντελώς από ψωριασικές βλάβες. Αντίθετα το χειμώνα , σε καταστάσεις στρες (ακόμα και από την ίδια τη νόσο) και σε ασθένεια η ψωρίασει εμφανίζει έξαρση.
Η έναρξη του νοσήματος είναι συνήθως κατά την τρίτη με τέταρτη δεκαετία , ή με μικρότερη συχνότητα κατά την έκτη με έβδομη. Έναρξη της ψωρίασης στην παιδική ηλικία σηματοδοτεί κατά κανόνα βαριά μορφή ψωριάσης.
Διάγνωση
Η διάγνωση είναι συνήθως κλινική και σπάνια χρειάζεται ιστολογική τεκμηρίωση. Οι τυπικές βλάβες της ψωρίασης παρουσιάζονται σαν ερυθρού χρώματος πλάκες ποικίλου μεγέθους που καλύπτονται από αγυρόχροα λέπια.Συνηθέστερες θέσεις εντόπισης είναι οι αγκώνες , τα γόνατα , η οσφύς, το τριχωτό της κεφαλής και είναι συμμετρικές.
Είναι μία νόσος που επηρεάζει σημαντικά την ψυχολογία αλλά και την ποιότητα ζωής των ασθενών, ιδίως των βαριά πασχόντων, περιορίζοντας την κοινωνική τους ζωή, πολλές φορές την εργασία , ακόμα και την κίνηση.Δεν είναι τυχαία η συσχέτιση της ψωρίασης με την εξάρτηση από το αλκοόλ και το κάπνισμα.Οι ψωριασικοί ασθενείς πολλές φορές κουράζονται από τις συνεχείς θεραπευτικές προσπάθειες και πολλές φορές εγκαταλείπουν απογοητευμένοι τη θεραπεία.
Θεραπεία
Υπάρχουν διαθέσιμες πολλές θεραπείες, που εξασφαλίζουν στον ασθενή άλλοτε άλλο ελευθερο ψωρίασης χρονικό διάστημα, καμία όμως έως τώρα οριστική λύση του χρόνιου αυτού προβλήματος. Οι εναλλακτικές θεραπείες (ομοιοπαθητική κλπ) σε ορισμένους ασθενείς μπορεί να προσφέρουν βελτίωση, δεν είναι ωστόσο πρώτης γραμμής θεραπείες διότι έχουν περιορισμένη σε σχέση με τα φάρμακα αποτελεσματικότητα .
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων (περίπου στο 80%) οι ψωριασικές βλάβες βελτιώνονται τη θερινή περίοδο με την έκθεση στον ήλιο και σε ορισμένες περιπτώσεις η βελτίωση είναι θεαματική έως εξαφάνισης των βλαβών. Η ηλιοθεραπεία με μέτρο και χρήση αντιηλιακού αποτελεί πολύ καλή λύση για τουλάχιστον 5 μήνες το χρόνο στην Ελλάδα για τους περισσότερους ψωριασικούς ασθενείς.
Συνοπτικά οι θεραπείες για την ψωρίαση διακρίνονται σε τοπικές εφαρμογές σκευασμάτων με μαλακτικά , κερατολυτικά, κορτικοστεροειδή, αναστολείς καλσινευρίνης, καλσιποτριόλη, πισσα, ανθραλινη και συνδυασμούς αυτών, σε φωτοθεραπείες (θεραπευτικά ιατρικά σολάριουμ με χρήση ακτινοβολίας UVA ήUVB) σε συστηματικές θεραπείες (μεθοτρεξάτη, κυκλοσπορίνη, ρετινοειδή) και σε θεραπείες με βιολογικούς παράγοντες.
Διαβάστε ακόμα στο health4you
6 sos ερωτήσεις για το μελάνωμα
Κονδυλώματα (HPV), ένας συνηθισμένος αλλά επικίνδυνος ιός
Ποια η αντιμετώπιση της ξηροδερμίας;